Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΠΡΕΒΕΖΑ ΤΟΥ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ


Σαν έφτασα στην Πρέβεζα ψιχάλιζε.
Ταξίδευα 11 ώρες με αυτοκίνητο σε κακοτράχαλους και λασπωμένους δρόμους. Ένιωθα ανήμπορος και συγκινημένος.
Έτσι δέχτηκα χωρίς σοβαρές αντιρρήσεις τις πρωτοβουλίες ενός ψηλόσωμου άτσαλου άντρα που προσφέρθηκε να με εξυπηρετήσει. Ο τύπος μου είναι ο ιδιοκτήτης τού ξενοδοχείου “Νικόπολις”. Πολυλογάς και μυθομανής. Άρπαξε τη βαλίτσα μου και προχωρήσαμε. Προχωρούσαμε και φλυαρούσε, φλυαρούσε κι εγώ σώπαινα. Λίγο αργότερα συμπληρώνοντας το δελτίο τού ξενοδοχείου ικανοποίησα την περιέργεια του τύπου μου.

Σκοπός ταξιδίου: ΔΙΑΛΕΞΙΣ.
-Α, είστε σεις που θα μιλήσετε για τον Καρυωτάκη; Ξέρετε ήταν φίλος μου, είμουν ο μοναδικός του.
-Παύση.
-Αυτοκτόνησε με το δικό μου όπλο. Έπρεπε να τον προσέχω, ήταν άρρωστος.
-Παύση.
-Εγώ τον βρήκα πρώτος νεκρό. Εγώ του έκλεισα τα μάτια.
Σταμάτησα με μια νευρική χειρονομία τη φλυαρία τού ξενοδόχου, το μακάβριο τουρισμό του κι ανέβηκα τρέχοντας τις σκάλες. Το ξενοδοχείο μου μοιάζει με απολίθωμα του παληού καιρού. Όπως με πληροφόρησαν εδώ κατέλυσε κι ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος όταν ήρθε κάποτε στην Πρέβεζα για μια έρευνα γύρω από την αυτοκτονία τού Καρυωτάκη.
Από το παράθυρό μου έχω θέα τού ελαιώνα και του γαλήνιου κόλπου τής Πρέβεζας ώσμε το Άκτιο. Ώρα 6 απογευματινή.
Ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα κι ακόμη ο ήλιος
Η Πρέβεζα είναι κάτι άλλο από κείνο που περίμενα. Έχει έντονο γραφικό χαρακτήρα, ζωντάνια κι ένα φυσικό τοπίο από τα ωραιότερα της χώρας μας.
Σάββατο βράδυ ξεπορτίζω και περιπλανιέμαι στα δρομάκια τής πόλης.
Παρατηρώ άπληστα και ρωτώ. Είμαι περίεργα συγκινημένος σαν να επιστρέφω από μακρυνή απουσία σ’ έναν τόπο που είχα πολύ νοσταλγήσει. Νιώθω σάμπως δραπέτης τού καιρού μου. Φαντάζομαι τον Καρυωτάκη σιωπηλό και λυπημένο μέσα σ’ αυτούς τους στενούς γραφικούς δρόμους, με τις μικρές χαμηλοτάβανες ταβέρνες και τη βροντερή ανθρώπινη παρουσία…
- Έχω κάτι σπασμένα φτερά - δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε το καλοκαίρι αυτό - για ποιαν ανέλπιστη χαρά - για ποιες αγάπες - για ποιο ταξίδι ονειρευτό
Έξω από το άσπρο σπιτάκι που κατοικούσε ο ποιητής ξεχνιέμαι ώρα πολλή. Απέναντι είναι η ταβέρνα “ο μαύρος γάτος”, εδώ με πληροφόρησαν έτρωγε ο Καρυωτάκης.
Πλησιάζω τον καταστηματάρχη και τον ρωτώ.
-Ναι είμουν ο σπιτονοικοκύρης του.
-Εδώ έτρωγε;
-Όχι δεν κατέβαινε. Του πήγαινα πάνω το φαγητό του. Μισάνοιγε την πόρτα και το έπαιρνε αμίλητος. Δεν είχε παρέες και πολλά λόγια. Έμενε συνεχώς κλεισμένος στο δωμάτιό του. Έμοιαζε φοβισμένος.
Εδώ κόβεται η διήγηση του ταβερνιάρη. Δεν έχει κι αυτός πολλά λόγια, είναι ώρα δουλειάς. Οι πελάτες τον φωνάζουν απ’ το βάθος.
Αισθάνομαι ανικανοποίητος. Θέλω να μάθω, να μάθω πολλά, την κάθε λεπτομέρεια της ζωής τού ποιητή στην Πρέβεζα.
Νιώθω σαν περίεργο και εκστασιασμένο παιδί που παραβιάζει το άδυτο ενός θρύλου.
Μεσάνυχτα στην προκυμαία, περπατώντας έχω την αίσθηση πως αγγίζω τα χνάρια τού Καρυωτάκη. Με συνοδεύουν οι στίχοι του, σαν μουσική ενός αόρατου θιάσου.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία
Υπάρχω λες κι ύστερα δεν υπάρχεις
Κυριακή πρωί στη μοιραία τοποθεσία. Η φιλέρημη παραλία που στάθηκε το μοναδικό εντρύφημα του ποιητή στην Πρέβεζα δεν υπάρχει πια. Έχει κατακτηθεί από σπίτια και εργοστάσια. Η γη που έπεσε είναι μόνιμα πλημμυρισμένη με τα απόνερα ενός γειτονικού ελαιοτριβείου. Ένα δέντρο που θα δεχότανε την αναμνηστική πλάκα τής Περιηγητικής Λέσχης Πρεβέζης έχει συντριφτεί από την ανθρώπινη άγνοια.
Στην απορία μου γιατί δεν εντοιχίστηκε αναμνηστική πλάκα στο σπίτι που κατοίκησε, στον τόπο που έπεσε, γιατί δεν δόθηκε σ’ ένα δρόμο τ’ όνομά του με πληροφορούν ότι υπάρχουν σοβαρές αντιδράσεις των κατοίκων τής Πρέβεζας. Πιστεύουν πως ο Καρυωτάκης δυσφήμισε την πόλη τους.
Οι φίλοι τής Περιηγητικής μου έδειξαν μια αναμνηστική πλάκα, χαραγμένη από το 1962 που δεν εντοιχίστηκε ακόμα για το φόβο των Ιουδαίων.
“Σ’ αυτό το μαγευτικό τοπείο
αυτοκτόνησε ο ποιητής Κων/νος
Καρυωτάκης την 21/7/28″
Η επιγραφή έχει αιχμή, δείχνει πόσο ανυποψίαστοι είναι οι άνθρωποι για το δράμα μιας πληγωμένης συνείδησης.
Δεν μπορούν να νιώσουν πώς ένα μαγευτικό τοπείο μπορεί να γίνει πρόσκληση για θάνατο.
Το απόγευμα της Κυριακής στον κινηματογράφο “Γκλόρια” αναγκάστηκα να προλογίσω την ομιλία μου. Υπογράμμισα πως ο Καρυωτάκης όχι μόνο δε δυσφήμισε την Πρέβεζα, αλλά την πρόβαλε στον πνευματικό χώρο, τη μεγάλωσε, την έκανε σύμβολο. Έτσι ματαίωσα μια προετοιμασμένη αποδοκιμασία.
Η ομιλία μου είχε κάποιο αποτέλεσμα όπως με διαβεβαίωσαν οι οργανωτές της. Δημιούργησε ένα ευνοϊκό κλίμα για μιαν οριστική αποκατάσταση του Καρυωτάκη στην εκτίμηση των κατοίκων τής Πρέβεζας.
Χρειάζεται όμως μια συνέχεια. Τα πνευματικά σωματεία έχουν το λόγο.
Δευτέρα μεσημέρι η ώρα τής αναχώρησης.
Ανεβαίνοντας στο πορθμείο νιώθω λυπημένος σα ν’ αποχωρίζομαι αγαπημένα πρόσωπα, σα να ξενητεύομαι.
Στον ευγενικό πρόεδρο της Περιηγητικής που έφτασε τρέχοντας να με κατευοδώσει δίνω μια υπόσχεση: “θα επιστρέψω σύντομα φίλε.”
Ετούτε οι γραμμές μου γράφτηκαν με την ευκαιρία τής εκδόσεως των απάντων τού Καρυωτάκη. Είναι η επιστροφή που υποσχέθηκα και ακόμη η εξόφληση ενός πνευματικού χρέους.
Γιώργης Σαραντής

Δεν υπάρχουν σχόλια: